-
1 γράμμα
γράμμα, ατος, τό, [dialect] Dor. [full] γράθμα, prob. in IG4.506 (Heraeum, vi/v B. C.), cf. An.Ox.1.102, but [full] γράσσμα, IG4.554 (Argos, v B. C.): late [dialect] Aeol. pl. [full] γρόππατα, Epigr.Gr.990.11 ([place name] Balbilla): ([etym.] γράφω):—A that which is drawn: pl., lines of a drawing, picture, etc., E. Ion 1146 (of tapestry), Theoc.15.81; picture,Ἀπέλλεω γ. Herod.4.73
, cf. AP 6.352 ([place name] Erinna): sg., drawing, picture, Pl.R. 472d, Cra. 430e, cf. 431c: pl., figures in a picture, Procop.Gaz.Ecphr.p.157B.II written character, letter, Hdt.1.139, 148, etc.: in pl., letters, characters,γραμμάτων τε συνθέσεις A.Pr. 460
;πηλίκοις γ. Ep.Gal.6.11
; the letters, the alphabet, Hdt.5.58;τὰ γ. καὶ τὰς συλλαβάς Pl.Cra. 390e
;γ. Φοινίκια S.Fr. 514
; Ἀσσύρια, Ἑλληνικά, Hdt.4.87;γράμματα ἐπίστασθαι Pl.Lg. 689d
; μαθεῖν to have learnt to read, Id.Prt. 325e;γ. μὴ εἰδέναι SIG2844.6
; ἐδίδασκες γράμματα, ἐγὼ δ' ἐφοίτων you kept school—I went there, D.18.265;ἤτοι τέθνηκεν ἢ διδάσκει γ. Com.Adesp.20
;παιδεύειν γράμματα Arist.Pol. 1337b24
; τέχνη ἡμῶν γ. our profession is that of the scribe, PTeb.316.16 (i A. D.).b articulate sound, letter, Pl.Phlb. 18c;τὰ γ. πάθη ἐστὶ τῆς φωνῆς Arist.Pr. 895a12
; γράμματα φθέγγεσθαι ib.8, cf. PA 660a5.c παρὰ γράμμα λέγοντα.. σκοπεῖν etymologically, Id.MM 1185b39; τὰ παρὰ γ. σκώμματα puns, Id.Rh. 1412a28; but ἀρετὴν παρὰ γ. διώκοντες, with ref. to Νικαρέτη, the mistress of Stilpo, Crates Theb.1.d inscription,τὸ Δελφικὸν γ. Pl.Phdr. 229e
, cf. Chrm. 164d, X.Mem.4.2.24, etc., IG 2.2876, al.: prov.,εἰς πέλαγος.. γράμματα γράψαι Epigr.Gr.1038.8
([place name] Attalia).2 in pl., notes in music, AP11.78 (Lucill.).3 mathematical diagram, Epigr. ap. D.L.8.12.4 letter inscribed on the lots which the δικασταί drew, Ar.Pl. 277, al., Arist.Ath.64.4; practically, = division of dicasts,ἐν ὁποίῳ γ. δειπνεῖ Ar.Ec. 683
; ἁ κατὰ γράμμα φυλακά the roster of guards, SIG569.21 (Cos, iii B. C.).5 a small weight, 1/24 ounce, scruple, Androm. ap. Gal.13.114, Gp.7.13.2, PLips. 62 ii 27 (iv A. D.).III in pl., set of written characters, piece of writing, Hdt.1.124: hence, letter, Id.5.14, IG22.103.8, etc.;γραμμάτων πτυχαί S.Fr. 144
, cf. E.IT 594, al., Pl.Ep. 347c; inscription, epitaph, etc.,ἐκόλαψε ἐς τὸν τάφον γράμματα λέγοντα τάδε Hdt. 1.187
, cf. 4.91, And.3.12, Theoc.18.47, IG3.751.2 papers, documents, Antipho 1.30, D.36.21, etc. (sg., D.Chr.65.14); τούτων τὰ γ. the documents to prove this, Lys.32.14;τὰ γ. τῆς δίκης Ar.Nu. 772
; τὰ δημόσια γ. the public records, Decr. ap. D.18.55; title-deeds, D.C.65.14; account of loans, D.49.59; ; contract or estimate, BCH46.323 ([place name] Teos); catalogue, X.Cyr.7.4.12: in sg., bond, Ev. Luc.16.7; note of hand, J.AJ18.6.3.3 a man's writings, i.e. book, treatise,τὰ τοῦ Ζήνωνος γ. Pl.Prm. 127c
(but sg., ib. 128a): pl., books, X.Mem.4.2.1;Πλάτωνος τὸ περὶ ψυχῆς γ. Call.Epigr.25
, cf. AP9.63 (Asclep.), Gal.18(2).928; τὰ ἱερὰ γ. the Holy Scriptures, OGI56.36 (iii B. C.), Ph.2.574, 2 Ep.Ti.3.15, J.Ap.1.10; ἱερὰ γ., = Imperial rescripts, IG12(5).132 (Paros, iii A. D.); = hieroglyphics, OGI90.54 (Rosetta, ii B. C.): in sg., the Law of Moses, Ep.Rom.2.27, al.; opp. πνεῦμα, ib.29: sg., article of a treaty, Th. 5.29.4 laws or rules, Pl.R. 425b, Plt. 292a, al., Ar.Ec. 1050; κατὰ γράμματα ἄρχειν, opp. ἄνευ γραμμάτων, Pl.Plt. 293a;ἡ κατὰ γ. καὶ νόμους πολιτεία Arist.Pol. 1286a15
, cf. 1272a38: οἱ κατὰ γ. νόμοι, opp. οἱ κατὰ τὰ ἔθη, ib. 1287b5, cf. Pl.Plt. 299d;κατὰ γράμματα ἰατρεύεσθαι Arist.Pol. 1287a34
; ἡ ἐκ τῶν γ. θεραπεία ib.40.IV in pl., also, letters, learning,ἀπείρους γραμμάτων Pl.Ap. 26d
, etc. -
2 σύνθεσις
A putting together, composition, combination, Pl.Phd. 93a, R. 611b; , cf. IG42(1).103.56 (Epid., iv B.C.), 7.3073.92 (Lebad., ii B.C.);τῶν σπονδύλων Sor.1.102
; storage, τῶν μήλων (quinces in a ῥίσκος) Phylarch.10 J.; but ἐλαιῶν ς. a preserve of olives, Gp.9.28.2.b in concrete sense, junction, ; συνθέσεις ([etym.] λέγω τὰς γωνίας) Id.Pr. 910b14.2 in various technical senses:a in Grammar, composition, γραμμάτων τε συνθέσεις, i.e. syllables and words, A.Pr. 460, cf. Arist.Metaph. 1092a26; σ. ἔκ τε ῥημάτων γιγνομένη καὶ ὀνομάτων, i.e. sentences, Pl.Sph. 263d, cf. Cra. 431c, Arist. Po. 1458a28, Gal.15.487; περὶ συνθέσεως ὀνομάτων, title of work by D.H.; also, the juxtaposition of letters in a word, Arist.Rh.Al. 1434b34; of an author's composition, Isoc.10.11; so ἡ τῶν μέτρων ς. metrical composition, Arist.Po. 1449b35; ἡ τῶν ἐπῶν ς. D.S.5.74; ἡ τοῦ παίωνος ξ. the way the paeon is made up, Plu.2.1143d; the constitution of things, Hp.Virg.1.b Math., synthesis of a problem (opp. ἀνάλυσις), Archim.Sph.Cyl.2.7, explained in Papp.634; ἡ κατὰ σ. ἀγωγή synthetic procedure, Id.412.2.c Math., σ. λόγου transformation of a ratio known as componendo, Euc.5 Def.14; κατὰ -σιν, = componendo, Archim.Aequil.2.9.d Math., addition, Ph.1.11, Plu.2.1018c, Dioph.1 Intr.; καθ' ἁντινοῦν -σιν however many times added, i.e. whatever number of times taken (multiplied), Archim.Spir.1:—also as Pythag. name for 2, Anatol. ap. Theol.Ar.8.e in Logic, union of noun and verb or of two objects of thought in a statement, Arist. Int. 16a12, de An. 430a27; also ὁ παρὰ τὴν σ. [λόγος] the fallacy of composition, opp. διαίρεσις, Id.SE 177a33.f in Physics, composition of substances, parts of organisms, from their elementary constituents, Id.PA 646a12, Top. 151a23; opp μίξις (combination), Id.GC 328a6.g in Medicine, compounding of essences and drugs,τῶν μύρων Thphr. Od.14
, al., cf. D.S.4.45, Aglaïas 8.II combination of parts so as to form a whole, γενέσεις καὶ ς. Pl.R. 533b; ἡ τῶν στρωμάτων ς. Id.Plt. 280b, cf. Arist.PA 645a35, Metaph. 1014b37; in plants, Thphr.HP 5.5.2.b in concrete sense, a social or political combination, Arist. Pol. 1276b7; a military formation, Ael.Tact.18.5.III agreement, treaty, Pi.P.4.168, Fr. 205; πὸς τὰς συνθέσις in accordance with the agreements, IG5(2).343.41,60 (Orchom. Arc., iv B.C.); ἐκ συνθέσεως by arrangement, D.S.13.112, etc.;συνθέσεις περὶ γάμων Plu. Sull.35
.2 σ. λόγων making up accounts, Stud.Pal.4.70.391 (i A.D.); so ς. alone,εἰς σύνθεσιν τῷ βασιλεῖ PTeb.714.6
(ii B.C.).IV set, service (most freq. in Lat. synthesis):1 collection of clothes, wardrobe, Dig.34.2.38.1; also, dress, gown, costume, suit, σ. τελείας λευκὰς δεκατρεῖς, γυναικείας ς. PHamb.10.13,21 (ii A.D.), cf. POxy. 1153.23 (i A.D.), 496.4 (ii A.D.), PSI10.1117.11,13 (ii A.D.), Mart.2.46.4, 5.79.2; synthesinam indutus, Suet.Ner.51.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σύνθεσις
-
3 συνθεσις
- εως ἥ1) соединение, складывание(τῶν μορίων Arst.)
2) сочленение(ὀστῶν Arst.)
3) сочетание, связь(ἁρμονία ἢ ἄλλη τι σ. Plat.)
γραμμάτων συνθέσεις Aesch. — буквосочетания, т.е. искусство письма;ὀνομάτων σ. Arst. — словосочетание4) сочинение, слагание(τῶν μέτρων Arst.; τῶν ἐπῶν Diod.):
5) связывание, синтез6) составление, приготовление(φαρμάκων Diod.)
ἥ τῶν στρωμάτων σ. Plat. — изготовление ковров7) мат. сложение Plut.8) условие, соглашениеἐκ συνθέσεως Diod. — согласно условию;
συνθέσεις περὴ γάμων Plut. — брачный договор
См. также в других словарях:
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γλώσσα — ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και οπωσδήποτε η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες αρχαίες γλώσσες που χάθηκαν μαζί με τους λαούς που τις μιλούσαν, όπως η… … Dictionary of Greek
επιγραφική — Επιστημονικός κλάδος της ιστορίας και της αρχαιολογίας ο οποίος ασχολείται με τις αρχαίες και μεσαιωνικές επιγραφές που είναι γραμμένες, με διάφορους τρόπους, πάνω σε σκληρό υλικό (πέτρα, μάρμαρο, μέταλλο, πηλός κλπ.). Από τη γενική αυτή κατάταξη … Dictionary of Greek